Κυριακή, 27 Απριλίου 2008

"Χριστός Ανέστη"

Αδελφοί και πατέρες, ήρθε το Πάσχα, η χαρμόσυνη μέρα της Αναστάσεως του Χριστού, η αιτία κάθε ευφροσύνης και αγαλλιάσεως, που έρχεται μια φορά το χρόνο, μάλλον έρχεται καθημερινά και συνεχώς σ’ εκείνους που κατανοούν το μυστικό της νόημα.Ήρθε και γέμισε τις καρδιές μας χαρά και αγαλλίαση λύνοντας τον κόπο της πάνσεπτης νηστείας και τελειοποιώντας και παρηγορώντας τις ψυχές μας.

Ας ευχαριστήσουμε λοιπόν τον Κύριο, που μάς πέρασε μέσα από το πέλαγος της νηστείας και μάς οδήγησε με ευφροσύνη στο λιμάνι της Αναστάσεώς του. Ας τον ευχαριστήσουμε και όσοι διανύσαμε τον δρόμο της νηστείας πρόθυμα, με ζέουσα προαίρεση και αγώνες για την αρετή, και όσοι υστερήσαμε από ολιγωρία και μικροψυχία, επειδή Αυτός είναι που χαρίζει γενναιόδωρα στους αγωνιστές τα στεφάνια και τους άξιους μισθούς των έργων τους και στους ασθενέστερους πάλι ως ελεήμων και φιλάνθρωπος χαρίζει τη συγγνώμη. Γιατί βέβαια υπολογίζει πιο πολύ την προαίρεση των ψυχών μας παρά τους σωματικούς κόπους, και αναλόγως ανταποδίδει τα έπαθλα και τα χαρίσματα του Πνεύματος: Η αναδεικνύοντας περίφημο και ένδοξο τον αγωνιστή ή αφήνοντας τον ακόμη στην αφάνεια, επειδή έχει ανάγκη από πιο επίπονη κάθαρση.

Το μυστήριο της Αναστάσεως

Ας εξετάσουμε όμως με προσοχή ποιο είναι το μυστήριο της Αναστάσεως του Χριστού και Θεού μας, που συντελείται μυστικώς σ’ όσους το ποθούμε, πώς δηλαδή θάπτεται ο Χριστός μέσα μας σαν σε μνήμα και πώς ενώνεται με τις ψυχές μας και ανασταίνεται συνανασταίνοντας μαζί του κι εμάς:

Ο Χριστός και Θεός μας, αφού κρεμάσθηκε στον σταυρό, σταύρωσε επάνω σ’ αυτόν την αμαρτία του κόσμου, κι αφού γεύθηκε τον θάνατο, κατέβηκε στα κατώτατα του άδη. Όπως λοιπόν τότε ανεβαίνοντας από τον άδη επέστρεψε στο άχραντο σώμα του – από το οποίο δεν αποχωρίστηκε καθόλου - κι αμέσως αναστήθηκε και μετά ανήλθε στους ουρανούς με δόξα πολλή και δύναμη, έτσι ακριβώς και τώρα, όταν εμείς εξερχόμεθα από τον κόσμο και εισερχόμεθα με την εξομοίωση των παθημάτων του Κυρίου στον τάφο της μετανοίας και της ταπεινώσεως, αυτός ο ίδιος κατεβαίνει από τους ουρανούς, εισέρχεται στο σώμα μας σαν σε τάφο, ενώνεται με τις νεκρωμένες πνευματικά ψυχές μας και τις ανασταίνει. Έτσι παρέχει την δυνατότητα σ’ εκείνον που αναστήθηκε μαζί του να βλέπει την δόξα της μυστικής του αναστάσεως.

Η Ανάσταση είναι δική μας

Ανάσταση λοιπόν του Χριστού είναι η δική μας ανάσταση, των κάτω κειμένων. Γιατί πως θα αναστηθεί αυτός που ποτέ δεν έπεσε σε αμαρτία, καθώς είναι γραμμένο, ούτε αλλοιώθηκε στο ελάχιστο η δόξα του; Ή πώς θα δοξασθεί εκείνος που είναι υπερδεδοξασμένος και εξουσιάζει τα σύμπαντα;

Η Ανάσταση και η δόξα του Χριστού, καθώς είπαμε, είναι η δική μας δόξα. Αφ’ ότου δηλαδή εκείνος οικειοποιήθηκε την ανθρώπινη φύση, όσα ενεργεί σ’ εμάς, τα επιγράφει στον εαυτό του. Η ανάσταση λοιπόν της ψυχής είναι η ένωσή της με την ζωή. Όπως ακριβώς το νεκρό σώμα δεν μπορεί να ζει, αν δεν δεχθεί μέσα του την ζωντανή ψυχή και δεν σμίξει άμικτα μ’ αυτήν, έτσι και η ψυχή δεν μπορεί να ζήσει μόνη της, αν δεν ενωθεί αρρήτως κι ασυγχύτως με τον Θεό, που είναι η όντως αιώνια ζωή. Είναι δηλαδή νεκρή, πριν από την εν γνώσει και οράσει και αισθήσει ένωσή της με τον Χριστό, κι ας είναι νοερή κι αθάνατη από την φύση της. Γιατί ούτε γνώση χωρίς όραση υπάρχει, ούτε όραση χωρίς αίσθηση.

Να, τι θέλω να πω. Έχουμε την όραση, και μέσα στην όραση την γνώση και την αίσθηση. Αυτά τα λέω για τα πνευματικά ζητήματα, γιατί στα σωματικά και χωρίς όραση υπάρχει αίσθηση: Ο τυφλός π.χ. αισθάνεται, όταν κτυπήσει το πόδι του στην πέτρα, ενώ ο νεκρός όχι. Αλλά στα πνευματικά θέματα, αν ο νους δεν έλθει σε θεωρία των υπέρ έννοιαν, δεν αισθάνεται την μυστική ενέργεια της χάριτος. Εκείνος λοιπόν που ισχυρίζεται ότι την αισθάνεται, προτού θεωρήσει τα υπέρ νουν και λόγον και έννοιαν, μοιάζει με τον τυφλό, που καταλαβαίνει μεν τα καλά ή τα κακά που παθαίνει, μα δεν αντιλαμβάνεται ούτε κι αυτά ακόμη που είναι μπροστά του και μπορεί να του προξενήσουν την ζωή και τον θάνατο. Γιατί τα επερχόμενα σ’ αυτόν κακά ή καλά δεν τα αισθάνεται καθόλου, επειδή στερείται της οπτικής δυνάμεως και αισθήσεως, γι’ αυτό, όταν σηκώνει το ραβδί για να αμυνθεί, κάποτε κτυπά τον φίλο του αντί για τον εχθρό του, που στέκεται μπροστά στα μάτια του και τον περιγελά.


Από το βιβλίο :«Ανάστασιν Χριστού Θεασάμενοι»
Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος

Πηγή: www.enoriaka.gr

Πέμπτη, 17 Απριλίου 2008

"Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας"


Με παρρησία και ευθύτητα γνώμης προτείνει διόρθωση κακώς κειμένων, αποκατάσταση φθορών, επιστροφή στην ορθή πράξη, κάθαρση των λειτουργικών βιβλίων από νεωτερικά,δήθεν παραδοσιακά, στοιχεία που εμφανώς ζημιώνουν τη λειτουργική τάξη και την ακριβή παράδοση. Ενίοτε ο λόγος του είναι επιτιμητικός και καυστικός, ασυμβίβαστος και απόλυτος. Και τούτο γιατί γνωρίζει πως πολεμά νόθες παραδόσεις, που θεωρήθηκαν λόγω αγνοίας « ιερές παραδόσεις », προς μεγάλη ζημία της αληθινής λατρείας και της λειτουργικής ζωής των πιστών. Ανθολογούμε μερικές από τις λειτουργικές κατ’ αρχήν θέσεις του, ακολουθώντας τη σειρά του κειμένου της θείας λειτουργίας και της ερμηνευτικής επιστασίας του :

- Προτείνει και επιμένει στην ανάγκη « απλουστεύσεως και λιτότητος » στη θεία λατρεία, στην « εμφάνιση ναών », στην « εμφάνιση των λειτουργών » και στην τέλεση των ακολουθιών ( 101 – 102.268-269 ).

- Ενθαρρύνει τη « μετά δέους, ευλαβείας και εν ταπεινώση καρδίας» συμμετοχή «απαξάπαντος του εκκλησιαζομένου λαού εις την ιεράν ψαλμωδίαν». Ακόμη ότι και οι γυναίκες μπορούν «συνετώς» να συνηπηχούν ή αντιφωνικώς να ψάλλουν κατά τις μεγάλες εορτές (88).

- Κατακρίνει την ουσιαστική κατάργηση των αντιφώνων και την αντικατάστασή τους από την τριπλή ψαλμωδία μόνο των εφυμνίων (90).

- Επιμένει στην απαγγελία των ευχών στις θέσεις τους προ των εκφωνήσεών τους, προ του τρισαγίου, κατά την αναφορά και μετά την κοινωνία όλων των πιστών (114.205.257).

- Χαρακτηρίζει ως «ατυχή οικονομία» την παράλειψη των μακαρισμών στο τρίτο αντίφωνο, ΄όταν ψάλλονται τα τυπικά, και την αντικατάστασή τους από το απολυτίκιο της εορτής (107).

- Ζητεί όπως η προ του ευαγγελίου θυμίαση γίνεται κατά το αλληλουάριο και όχι κατά τον Απόστολο (123 – 124).

- Ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο δεν είναι ψάλματα, αλλά αναγνώσματα. Γι’ αυτό « η όλη προσοχή πρέπει να αποδίδεται εις την σαφή και ευκρινή ανάγνωσιν, ώστε να γίνει κατανοητή η αναγινωσκομένη περικοπή». « Ο περίτεχνος και εξεζητημένος τρόπος εκφωνήσεως … καταντά πολλάκις εις την κακοποίησιν του νοήματος» (128).

- Θεωρεί «άτοπον» επί αρχιερατικής λειτουργίας μετά το ευαγγέλιο να λέγεται το « Εις πολλά έτη, Δέσποτα», αντί του « Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι» (129).

- Ιδιαίτερη βαρύτητα αποδίδει στο μυσταγωγικό θείο κήρυγμα, « διότι αυτό καλείται να ανανεώσει την λατρευτικήν ευσέβειαν». Το κήρυγμα « είναι η ψυχή και το πνεύμα πάσης ιεράς ακολουθίας, προ πάντων δε της θείας Λειτουργίας. Άνευ αυτού … κινδυνεύει να μεταπέσει εις ξηρόν τύπον, εις τυπολατρίαν, λόγω του αγνώστου εις πολλούς και των σημαινομένων, αλλά και της εννοίας των λέξεων ή φράσεων των ευχών και ύμνων» (129).

- « επιζημία και αυθαίρετος» είναι η παράλειψις της εκτενούς και των δεήσεων υπέρ των κατηχουμένων. « Πόσον αδικούσι τους υπέρ ων οφείλει να γίνεται η λιτανευτική αύτη και εκτενίς δέησις οι καταργήσαντες αύτην, ίνα δώσουν χρόνον, χρόνον πολύτιμον προσευχής, εις μουσικάς συναυλίας!» (134).

- « Κατηχουμένους» θεωρεί και «τα αβάπτιστα νήπια των Χριστιανών» (141).

- Κατακρίνει με σφοδρότητα τη μνημόνευση ονομάτων κατά τη μεγάλη είσοδο. Το θεωρεί «βαττολογίαν», «επίδειξιν» και «ανθρωπαρέσκειαν» και συνιστά οι λειτουργοί να περιορίζονται «εις την εκφώνησιν Πάντων ημών…, και τούτο ως συμπλήρωμα τρόπον τινά του εν τη ιερά προθέσει μνημονεύματος ή μνημοσύνου» (172).

- Θεωρεί απόβλητη την προσθήκη στο «Άξιον και δίκαιον» του διαλόγου προ της ευχής της αγίας αναφοράς, του «προσκυνείν Πατέρα, Υιόν …». Την αποδίδει σε «άγνοια» του νοήματος της αποκρίσεως και στην εσφαλμένη αντίληψη «ότι ανά πάσα στιγμήν (οι ιεροψάλται) πρέπει να δεσπόζουν εις τον ναόν άσματα φθεγγόμενοι» και μη σεβόμενοι « το διάψαλμα αυτό της σιγής». Αυτό «προδίδει την βαθυτέραν έλλειψιν λειτουργικής αγωγής» (204).

- Τάσσεται υπέρ της εις επήκοον του λαού αναγνώσεως της ευχής της αγίας αναφοράς και των άλλων ευχών, που επικράτησε να λέγονται «μυστικώς», και τούτο για να μπορούν « να συμπροσεύχονται όλοι οι πιστοί» και να αναθερμαίνεται ο ζήλος και η λειτουργική τους ευσέβεια (207.227.258 – 260).

- Κατακρίνει τη μετά το «Εξαιρέτως…» διανομή του αντιδώρου στους «θαμώνας» του αγίου βήματος, γιατί προκαλεί «αταξίαν» και «σπουδαιοτάτην πνευματικήν ζημίαν» (226).

- Τέλος τονίζει ιδιαιτέρως την ανάγκη ενθαρρύνσεως του λαού για συχνή προσέλευση στη θεία κοινωνία και κακίζει τους κληρικούς εκείνους οι οποίοι « ασφαλώς από άγνοιαν οι ταλαίπωροι – δεν επέτρεπον εις τους πιστούς να μεταλαμβάνουν τακτικώς! Και τους απέπεμπον!», καθώς και εκείνους που δεν μεταδίδουν τη θεία κοινωνία εις το « Μετά φόβου Θεού…»,αλλά μετά το τέλος της θείας λειτουργίας (249-251). Ομοίως κατακρίνει σφοδρώς τους ιερείς που από άγνοια ή από αμέλεια ή από ψευδείς δήθεν θεολογικές θεωρίες κοινωνούν το λαό από τις μερίδες και όχι από το τίμιον σώμα (247).

Αυτές είναι οι κυριότερες θέσεις του πατρός Γερβασίου που αφορούν στο « επίμοχθον έργον της λειτουργικής αναγεννήσεως της μητρός ημων Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας» (267).Ανθολογήσαμε μερικές χαρακτηριστικές κρίσεις και προτάσεις του σε επιμέρους σημεία τη τελεσιουργίας του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας για να λάβουμε μια μικρή γεύση των οραματισμών του. Στα μνημειώδη Συμπεράσματά» του, στις σελίδες 267-271 της πρώτης εκδόσεως της « Ερμηνευτικής Επιστασίας επί της θείας Λειτουργίας» συνοψίζει σε πέντε τα σημεία, στα οποία « μετ’ ευλαβείας παρακαλεί την καθόλου διοικητικήν και πνευματικήν ηγεσίαν της Εκκλησίας ημών» να επικεντρώσει την προσοχή της:

Την « κάθαρση των λειτουργικών κειμένων».

Την « ανάγκη απλουστεύσεως και λιτότητος».

Την « ανάγκη λιπαράς κηρυκτικής προσπαθείας».

Την « ανάγκη λειτουργικής διαφωτίσεως».

Την « ανάγκη της εμπράκτου και παραδειγματικής λειτουργικής ζωής».


Πηγή: Αρχιμ.Γερβασίου Παρασκευοπούλου,"Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θ.Λειτουργίας" Πάτρα Έκδοση β(2005) Αναπλαστική Σχολή Πατρών.


Σάββατο, 12 Απριλίου 2008

"Προσκύνημα στο Περιβόλι της Παναγίας"




Προσκύνημα στο Περιβόλι της Παναγίας, στο "ωραιότερο και υψηλότερο σημείο της γης", πραγματοποίησε μια μικρή ομάδα των Φοιτητικών Ομάδων της Αναπλαστικής Σχολής Πατρών.

Είχαμε την ευκαιρία να ζήσουμε κατανυκτικές στιγμές συμμετέχοντας στις πολύωρες ακολουθίες μα και συνάμα συγκινητικές ευκαιρίες συνομιλώντας με τον Καθηγούμενο της Ι.Μ.Οσίου Παύλου του Αγίου Όρους Αρχιμ.π.Παρθένιο.

Ευχόμαστε οι ευχές και προσευχές των Αγιορειτών Πατέρων να μας συνοδεύουν πάντοτε στο δύσκολο μα και μάταιο κόσμο που ζούμε.


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...